- ονειρισμός
- ο(ιατρ.-ψυχολ.) οξύ παραλήρημα στο πλαίσιο μιας συγχυτικής κατάστασης που συνίσταται σε συγκεκριμένες κινητές παραστάσεις, όπως είναι τα όνειρα, αλλά με έντονο αισθητικό και δραματικό χαρακτήρα, που έχει ως αποτέλεσμα την έντονη βίωσή τους από το άτομο και είναι λοιμώδους ή τοξικής —λόγω χρήσης ναρκωτικών— προέλευσης.[ΕΤΥΜΟΛ. < όνειρο + -ισμός*].
Dictionary of Greek. 2013.